Οἱ βιοτικές μέριμνες καί ἡ οἰκογενειακή εἰρήνη



«Βασική αἰτία τῆς  ἀκαταστασίας στήν οἰκογένεια», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι «ἡ ὑπερβολική καί ἀγωνιώδης μέριμνα γιά τίς βιοτικές ἀνάγκες».
Ἄς προσεξουμε τίς λέξεις: ὑπερβολική μέριμνα καί ἀγωνιώδης. Μέριμνα θά πεῖ φροντίδα, ὑπερβολική ἀγωνιώδης φροντίδα.
Ἡ φροντίδα, ἡ ὁποία ἔχει μέσα της ἀγωνία εἶναι αἰτία ταραχῆς.  Ἡ μέριμνα εἶναι ἕνα μεγάλο λάθος. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε:«Μήν μεριμνᾶτε, μήν ἔχετε φροντίδα γιά τίποτα ἐκτός ἀπό τήν Βασιλεία Μου». Μάλιστα μᾶς τόνισε νά μήν ἔχουμε ποτέ ἀγωνία.
Τό «μή μεριμνᾶτε»[1] ὁ Κύριος, μᾶς τό ἔδωσε ὡς ἐντολή καί ὄχι ὡς μία ἁπλῆ προτροπή.
Ἡ μέριμνα μᾶς ἀπορροφᾶ ὁλόκληρους, μᾶς γεμίζει μέ ἄγχος καί μᾶς χωρίζει ἀπό τόν μόνο ἀληθινό Θεό. Ὅταν μεριμνοῦμε γιά ὅ,τιδήποτε πλήν τοῦ Κυρίου ἀποδεικνυόμαστε ἄπιστοι στήν πράξη καί ἀνάξιοι τοῦ Θεοῦ.
Δέν τηροῦμε τήν α΄ Ἐντολή πού ἀπαιτεῖ ἀπό ἐμᾶς τό ὁλοκληρωτικό δόσιμο στόν Θεό.« Ἀγαπήσεις κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου» (Μαρκ. 12, 30) μᾶς λέγει. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ὑποδουλωθεῖ στίς βιοτικές μέριμνες δίδει ὅλην του τήν ψυχή, ὅλην του τήν δύναμη (ψυχική καί σωματική), ὅλην του τήν καρδιά σ’ αὐτές χάνοντας τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καί γεμίζοντας τήν ὕπαρξή του μέ ἄγχος. Συνάμα ταράζει καί τούς γύρω του, τήν οἰκογένειά του· μεταδίδει τό ἄγχος του ἰδίως ἡ μητέρα πρός τά παιδιά
 «Γιά τοῦτο ἀκριβῶς καὶ σᾶς λέγω, μὴ φροντίζετε μὲ στενοχωρίαν καὶ ἀγωνίαν διὰ τὴν ζωήν σας, δηλαδὴ διὰ τὸ τί θὰ φάγετε καὶ τὸ τί θὰ πίετε, οὔτε καὶ διὰ τὸ σῶμα σας μὲ τί θὰ ἐνδυθῆτε. Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερον ἀπὸ τὴν τροφὴν καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὸ ἔνδυμα; (Ὁ Θεός, ποὺ σᾶς ἔδωσε τὸ πολυτιμότερον, δὲν θὰ σᾶς δώση καὶ τὸ κατώτερον;) Παρατηρῆστε τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἴδετε ὅτι αὐτὰ οὔτε σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε συγκεντρώνουν τροφές σέ ἀποθῆκες. Καὶ ὅμως ὁ Πατέρας Σας ὁ οὐράνιος τὰ τρέφει. Σεῖς δὲν ἔχετε ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη ἀξία ἀπὸ αὐτά; Ποιὸς δὲ ἀπό σᾶς, ὅσες πολλές καί μεγάλες φροντίδες καὶ ἂν καταβάλη, ἠμπορεῖ νὰ προσθέση στὸ ἀνάστημά του ἕνα πῆχυν; Καὶ ὅμως σᾶς λέγω τοῦτο, οὔτε καὶ αὐτὸς ὁ Σολομών μὲ ὅλην του τὴν βασιλικὴν μεγαλοπρέπειαν καὶ δόξαν δὲν ἐφόρεσε ποτὲ ἕνα τόσον περίλαμπρον ἔνδυμα ὡσὰν αὐτό, μὲ τὸ ὁποῖον περιβάλλεται ἕνα ἀπὸ τὰ ταπεινὰ αὐτὰ ἄνθη. Ἐὰν δὲ ὁ Θεὸς ἐνδύη μὲ τόσην λαμπρότητα τὰ χορτάρια τοῦ ἀγροῦ, ποὺ σήμερα ὑπάρχουν καὶ αὔριον ρίπτονται στὸν φοῦρνον, δὲν θὰ ἐνδύση πολὺ περισσότερόν ἐσᾶς, ὀλιγόπιστοι; Λοιπὸν μὴ κυριευθῆτε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἀνήσυχον μέριμναν καὶ μὴ λέγετε συνεχῶς, τί θὰ φάγωμεν ἡ τί θὰ πίωμεν ἡ τί θὰ ἐνδυθῶμεν;
Διότι οἱ εἰδωλολάτρες (ποὺ δὲν γνωρίζουν τὰ αἰώνια ἀγαθὰ καὶ τὴν στοργικὴν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ), ἐπιζητοῦν ἀποκλεστικά καὶ μόνον αὐτὰ τὰ φθαρτὰ ἀγαθά. Σεῖς ὅμως μὴν κυριεύεσθε ἀπὸ τέτοιες μέριμνες, διότι ὁ Πατέρας Σας ὁ οὐράνιος γνωρίζει ὅτι ἔχετε ἀνάγκην ἀπὸ ὅλα αὐτά, καὶ σὰν πανάγαθος, ποὺ εἶναι, θὰ σᾶς τὰ δώση. Ζητεῖτε δὲ κατὰ πρῶτον καὶ κύριον λόγον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀρετὴν ποὺ θέλει ἀπὸ σᾶς ὁ Θεός, καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ θὰ σᾶς δοθοῦν μαζί μὲ τὰ ἀνεκτίμητα ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Λοιπὸν μὴ καταληφθῆτε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἀνήσυχη μέριμνα γιά τίς ἀνάγκες τῆς αὐριανῆς ἡμέρας. Διότι ἡ αὔριο θὰ φροντίση γιά ὅσα θὰ χρειασθῆτε κατ’ αὐτήν. Σέ κάθε ἡμέρα ἀρκοῦν οἱ ἰδικές της ἀσχολίες καὶ τὰ ἰδικὰ της βάσανα»[2].
        Οἱ ὑπερβολικές βιοτικές φροντίδες, οἱ ἀγωνιώδεις γήινες μέριμνες γιά δουλειά, λεφτά, κοινωνική καταξίωση, ὑλικές ἀπολαύσεις, ἀνθρώπινη δόξα, πολύ ἀπομακρύνουν τούς γονεῖς καί τήν οἰκογένεια ἀπὸ τὸν Θεό γεμίζοντας την μέ ταραχή.
 Εἶναι σὰν τὰ πολὺ μακριὰ φορέματα τά ὁποῖα δέν ἐπιτρέπουν στούς συζύγους νά βαδίσουν, νά τρέξουν πρός τόν Θεό μαζί μέ τά παιδιά τους.
 «Ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν καταληφθεῖ πολὺ ἀπὸ τὶς μέριμνες τῆς ζωῆς σύρονται στὰ χαμηλὰ σὰν παχιὲς ὄρνιθες μαζὶ μὲ τὰ ζῶα πού βόσκουν στή γῆ, ἔχοντας τὰ φτερὰ χωρὶς σκοπό»[3], λέει ὁ Μέγας Βασίλειος.
        Οἱ ἀγωνιώδεις ὑπερβολικές γήινες φροντίδες γιά τήν οἰκογένεια, τό σπίτι, τό φαγητό, τήν ἐπιπλωση, τά παιδιά, τίς «δραστηριότητες» τῶν παιδιῶν -πού ἐν πολλοῖς εἶναι ἄχρηστες ἤ καί ζημιογόνες- ὁδηγοῦν σέ ἀπώλεια πολύτιμου ψυχικοῦ δυναμικοῦ τῶν συζύγων. Ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα φορτισμένοι ἀπ’ ὅλα αὐτά μέ σφίξιμο στήν ψυχή καί ἀγωνία στά μάτια προσπαθοῦν μάταια ν’ ἀνταποκριθοῦν στίς λεγόμενες «καθημερινές ἀπαιτήσεις».
Πόσο ὅμως αὐτές οἱ λεγόμενες ἀνάγκες εἶναι ἀληθινές ἀνάγκες;
Στήν πραγματικότητα εἶναι ὑπερβολικές, «κατασκευασμένες» καί οὐσιαστικά ἀνύπαρκτες «ἀνάγκες», τίς ὁποῖες δημιουργεῖ τό σύγχρονο marketing, οἱ διαφημίσεις, τά ΜΜΕ, καί ἡ φιλαυτία μας μέ τά τρία ἔκγονά της: τήν φιλοδοξία, τήν φιλαργυρία καί τήν φιληδονία.
Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι στήν πραγματικότητα καμμία ἀνάγκη δέν ἔχουμε παρά μόνο μία… «Ἑνός ἐστί χρεία»: Τοῦ νά μοιάσουμε στή ἁγία Μαρία τήν ἀδελφή τοῦ ἁγίου Λαζάρου· τοῦ νά καθίσουμε στά πόδια τοῦ Χριστοῦ καί ν’ ἀκούσουμε τοῦ λόγου Του. Αὐτή εἶναι ἡ «ἀγαθή μερίδα» πού φέρνει τήν βαθειά εἰρήνη στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀλλά καί στήν καρδιά τῆς οἰκογένειας.
Οἱ ὑπερβολικές καί ἀγωνιώδεις βιοτικές φροντίδες ὁδηγοῦν ἀναπόφευκτα στήν ἀπώλεια πολύτιμου πνευματικοῦ-ψυχικοῦ-σωματικοῦ δυναμικοῦ τόσο ἀπαραίτητου γιά τίς καθημερινές πνευματικές ἀσκήσεις καί προπάντων γιά τήν προσευχή. Χωρίς ἀδιάλειπτη προσευχή χάνεται ὁ Χριστός, χάνεται ἡ Θεία Χάρη (ἀπενεργοποιεῖται), χάνεται ἡ ἀληθινή εἰρήνη.
Οἱ πολλές βιοτικές μέριμνες, ἀπενεργοποιοῦν τή Θεία Χάρη πού λάβαμε κατά τό Ἅγιο Βάπτισμά μας.
Ἀλλοίμονον! Σέ τί τραγική κατάσταση βρισκόμαστε! Ἡ Θεία Χάρη ἔχει καταντήσει ἀνενεργός στούς περισσότερους ἀπό τούς βεβαπτισμένους.
Αἰτία: ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα· πρό πάντων δέ ἡ ὑπερβολική ἐνασχόληση μέ τά βιοτικά. Ὁ Κύριος παρομοίασε τίς βιοτικές μέριμνες μέ τά ἀγκάθια τά ὁποῖα πνίγουν τόν σπόρο πού ἀρχίζει νά βλαστάνει.
-Ἀπό ποῦ ὅμως πηγάζουν οἱ μέριμνες, οἱ ἀγωνιώδεις φροντίδες πού κατατρώγουν σχεδόν ὅλους τούς σύγχρονους ἀνθρώπους καί μάλιστα τούς συζύγους;
-Ἀπό τήν ὀλιγοπιστία μας.
Ἡ ὀλιγοπιστία στόν Θεό καί στήν Θεία Πρόνοια Του ὠθεῖ τόν ἄνθρωπο στό νά ἀναζητήσει ἄλλα στηρίγματα καί ἄλλου εἴδους προστασία καί «ἐξασφάλιση».
Ἠ πρόταση τοῦ πονηροῦ καί τῆς διεφθαρμένης μας λογικῆς εἶναι ἕτοιμη: «Τά χρήματα. Τά χρήματα εἶναι τό πᾶν. Στηρίξου σ’ αὐτά. Κυνήγησέ τα…».
Ἄν ὑποταχθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὁ σύζυγος-πατέρας καί ἡ σύζυγος-μητέρα, καί  ἀκολουθήσουν τήν ὑποβολή τοῦ πονηροῦ τότε γεμίζουν μέ μέριμνες καί ἀγωνιώδεις φροντίδες.
Τότε μπαίνουν στήν διαδικασία τοῦ νά γίνουν πλούσιοι ἤ τουλάχιστον νά ἔχουν  μία «καλή δουλειά» γιά νά εἶναι «ἐξασφαλισμένοι αὐτοί καί τά παιδιά τους». Γίνονται ἔτσι δοῦλοι τῶν γήινων ἐπιθυμιῶν τους καί ὑπηρετοῦν τό μαμωνᾶ, δηλαδή τόν διάβολο καί τά πάθη (φιλαργυρία, φιληδονία καί φιλοδοξία). Ἔχουν κάνει πλέον ἄλλο Θεό. Πλανῶνται βέβαια ἄν νομίζουν ὅτι «πιστεύουν» ἀκόμη στόν ἀληθινό Θεό. Ἡ εἰρήνη ἀπό τήν οἰκογένεια ἔχει χαθεῖ πρό πολλοῦ, ἀφοῦ πρῶτα χάθηκε ἀπό μέσα τους. Οἱ ψυχές τους τώρα μία ἀγωνία ἔχουν:«Πῶς θά ἔχουν χρήματα ὅσο γίνεται περισσότερα». Ὁ νέος τους κύριος, ὁ Μαμωνᾶς, εἶναι πολύ ἀπαιτητικός· τούς θέλει ὁλόκληρους, «ψυχῇ καί σώματι» δοσμένους στήν ὑπηρεσία του.
 Ὁ Κύριος ὅμως μᾶς τό ξέκαθάρισε ὅτι δέν μποροῦμε νά δουλεύουμε σέ δύο κυρίους. «Κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ ὑπηρετῆ συγχρόνως δύο κυρίους· διότι ἤ θὰ μισήση τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήση τὸν ἄλλον ἤ θὰ προσκολληθῆ στὸν ἕνα καὶ θὰ καταφρονήση τὸν ἄλλο. Καὶ σεῖς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπηρετῆτε τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλοῦτον· ἤ θὰ ἀγαπήσετε τὸν Θεὸν καὶ θὰ περιφρονήσετε τοὺς ἐπιγείους θησαυροὺς ἤ θὰ ὑποδουλωθῆτε εἰς αὐτοὺς καὶ θὰ καταφρονήσετε τὸν Θεόν»[4]. Ἐκεῖ πού εἶναι ὑποδουλωμένος κάποιος ἐκεῖ καί προσκυνᾶ, ἐκεῖ καί πιστεύει, ἐκεῖ καί λατρεύει.
Ποῦ δίνουμε τό χρόνο μας , τή σκέψη μας καί τήν καρδιά μας; Στά χρήματα, στή μάταιη δόξα τῶν ἀνθρώπων, στίς ἡδονές; Αὐτά τότε εἶναι πού ἔχουμε ὡς θεούς, αὐτά προσκυνᾶμε, αὐτά λατρεύουμε, σ’ αὐτά πιστεύουμε, γι’ αὐτά μεριμνοῦμε, γι’ αὐτά ἀγωνιοῦμε…Αὐτά γίνονται αἰτία νά μήν ὑπάρχει ποτέ εἰρήνη στίς ψυχές τῶν συζύγων ὁπότε οὔτε καί στήν οἰκογένεια.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς συμβουλεύουν νά ἐλευθερωνόμαστε ἀπό τίς ἀγωνιώδεις βιωτικές φροντίδες καί ἀπό τό κοσμικό φρόνημα σκεπτόμενοι τόν ἐπικείμενο θάνατό μας καί τήν ἄδηλο κρίση τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἅγιος Ἠσαΐας ὁ Ἀναχωρητὴς λέει χαρακτηριστικά: «Ἔχε μπροστὰ στὰ μάτια σου τὸν θάνατο, κάθε μέρα· συνεχῶς νὰ σκέπτεσαι τὸ πῶς θὰ χωριστεῖς ἀπὸ τὸ σῶμα σου, πῶς θὰ περάσεις ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους ποὺ θὰ σὲ συναντήσουν στὸν ἀέρα καὶ πῶς θὰ παρουσιαστεῖς ἐνώπιόν του Θεοῦ! Προετοιμάσου γιὰ ἐκείνη τὴ Φοβερὴ Ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία θὰ σὲ βρεῖ ἡ Κρίση τοῦ Θεοῦ, σὰν νὰ τὴν βλέπεις ἤδη ἀπὸ τώρα!»[5].
Οἱ βιοτικές μέριμνες μᾶς κάνουν νά ξεχνοῦμε τό πιό βέβαιο γεγονός τῆς γήινης ζωῆς μας, πού κάθε στιγμή μᾶς πλησιάζει ὅλο καί περισσότερο: τόν θάνατο…
Κάθε βῆμα πού κάνουμε μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης πρέπει νά σκεπτόμεθα ὅτι εἶναι ἕνα βῆμε πού μᾶς φέρνει πλησιέστερα πρός τόν τάφο. Θά πρέπει συχνά νά ἐπισκεπτόμεθα τά κοιμητήρια γιά νά διδασκόμαστε ἀπό αὐτά τήν προσωρινότητα τῆς ζωῆς αὐτῆς
«Ἐὰν δὲν πρόκειται νὰ πεθάνουμε ποτέ» παρατηρεῖ ὁ μέγας ἱεροκήρυκας Ἠλίας Μηνιάτης, «ἀλλὰ πρόκειται νὰ ζήσουμε στὸν κόσμο αἰωνίως, ἂς εἶναι, ἂς γίνωμε δοῦλοι δικοί του γιὰ νὰ τὸν χαροῦμε. Ἄλλα ἐὰν εἴμαστε θνητοί, μία φούχτα χῶμα, καὶ σήμερα ἢ αὔριο πεθαίνουμε καὶ διαλυόμαστε, ἂν αὐτὸς ὁ κόσμος εἶναι πρόσκαιρος, «παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου»[6] λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἂν λοιπὸν ἐμεῖς ἐδῶ εἴμαστε διαβάτες καὶ ἡ πατρίδα μας εἶναι στὸν οὐρανό, ἂν ἐμεῖς ἔχουμε ἀφεντικὸ καὶ Πατέρα μόνο τὸν Θεό, ἂν στὸ ἅγιο Βάπτισμα Τοῦ ὑποσχεθήκαμε νὰ εἴμαστε πιστοί Του δοῦλοι, τότε τὸν Θεὸ ἂς ὑπηρετοῦμε «ἐξ ὅλης της διανοίας μας καὶ ἐξ ὅλης της ψυχῆς μας καὶ ἐξ ὅλης της ἰσχύος μας»»[7].
Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θά γίνουμε ὀκνηροί, ὅτι θά γίνουμε ἀδιάφοροι καί δέν θά κάνουμε αὐτά πού πρέπει, αὐτά πού μᾶς πληροφορεῖ ἡ συνείδηση καί ἡ λογική.
 Ἀντίθετα θά κάνουμε ὅ,τι πρέπει, ἀλλά χωρίς ἄγχος, χωρίς ἀγωνία. Καλλίτερα νά μήν γίνει ἡ ὅποια «δουλειά» παρά νά γίνει μέ ἄγχος, ἀγωνία, ψυχική ἀκαταστασία καί ταραχή τῆς ψυχῆς τῶν ἄλλων καί τῆς δικῆς μας.
Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι πρέπει νά ζητᾶμε συνεχῶς τήν Βασιλεία Του καί τήν δικαιοσύνη Του( δηλ. τήν σύνολη ἀρετή). Γιά ὅλα τά ὑπόλοιπα, τά βιοτικά θά φροντίσει Ἐκεῖνος.
Ἐμεῖς θά προσπαθήσουμε νά Τόν ἔχουμε Βασιλιά μέσα μας καί Ἐκεῖνος θά μᾶς προσθέσει ὅλα αὐτά τά γήινα, πού σάν ἄνθρωποι γνωρίζει ὅτι χρειαζόμαστε: Τί θά φᾶμε δηλαδή, τί θά πιοῦμε, πῶς θά ζήσουμε, πόσα χρήματα θά ἔχουμε ἄν πρέπει νά ἔχουμε χρήματα κλπ., κλπ.
Ἐμεῖς ἄς ζητᾶμε πάντοτε νά γίνεται τό θέλημά Του καί νά ἐπικρατεῖ ἡ ἀρετή στή ζωή μας, καί Ἐκεῖνος θά μᾶς δώσει ἕτοιμα ὅλα ὅσα χρειαζόμαστε γιά τήν βιολογική μας συντήρηση. «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιωσύνην Αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα (τά βιοτικά) προστεθήσεται ὑμῖν».
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης